- πάτριοτ
- τοστρατ. πυραυλικό σύστημα επιφάνειας-αέρα που δημιούργησαν οι Αμερικανοί και έθεσαν σε χρήση το 1985, αντικαθιστώντας το παλαιότερο σύστημα «χωκ» και το οποίο έχει μεγαλύτερο βεληνεκές και έναν όροφο, χρησιμοποιεί στερεά καύσιμα και διαθέτει ραντάρ που παρακολουθεί τον στόχο, με αποτέλεσμα ο πύραυλος να αυτοκατευθύνεται ηλεκτρονικά.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. patriot].
Dictionary of Greek. 2013.